«Αταίριαστες» οικογένειες / Καθημερινή / 12.01.10
από την Μαρία Κατσουνάκη
Γιατί να μην επιτρέπουμε λοιπόν πιο περίτεχνες, πολύπλοκες και ανοιχτές αφηγήσεις τού πώς διαμορφώνεται το παιδί σε σεξουαλικό ον;», αναρωτιέται η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ, Τζούντιθ Μπάτλερ.
Η φιλόσοφος, με ξεχωριστή συμβολή στη θεωρία των φύλων και τη φεμινιστική σκέψη, σε συνέντευξή της στην κυριακάτικη «Κ» ομολογεί πως «η κουλτούρα της οικογένειας περιλαμβάνει πολλές μεταθέσεις, πολλές διαδρομές της επιθυμίας που δεν είναι ακριβώς προβλέψιμες».
Στην τελευταία σκηνή της «Στρέλλας», το τραπέζι στο πρωτοχρονιάτικο ρεβεγιόν δεν είναι καθόλου «παραδοσιακό». Μια τρανσέξουαλ, ο πατέρας και εραστής της, τρεις ακόμη ενήλικες, ο ένας εξ αυτών μετανάστης, και ένα μικρό κοριτσάκι που κοιμάται σαν αγγελούδι στο διπλανό δωμάτιο. Η ατμόσφαιρα είναι γιορτινή, φωτεινή, γεμάτη τρυφερά αισθήματα, αγάπη και επιθυμία για μια ζωή στρωτή, «κανονική», ενταγμένη στην κοινωνία και καθόλου στο περιθώριό της.
Ο Πάνος Κούτρας στην ταινία του, που θεωρείται από τις κορυφαίες της φετινής ελληνικής παραγωγής (και συνεχίζεται με επιτυχία στις αίθουσες), διερευνά μια άλλου τύπου οργάνωση οικογενειακών σχέσεων. Η «Στρέλλα» δεν είναι ασφαλώς ούτε κοινωνιολογική μελέτη ούτε δοκίμιο πάνω στην ανισότητα των φύλων.
Ο σκηνοθέτης εστιάζει στη διαφορετικότητα, όχι με ηθικοπλαστική ή διδακτική διάθεση. Ανιχνεύει με πολύ προσοχή την ετερότητα, τον σεβασμό που της αναλογεί μέσα στην πάσχουσα ανθρώπινη εμπειρία. Με τις αντινομίες, τις δυσκολίες και τα όριά της.
Η Τζ. Μπάτλερ -συνεχίζει στη συνέντευξή της στον Ματθαίο Τσιμιτάκη- θεωρεί τον γάμο μεταξύ ανθρώπων του ιδίου φύλου «περίπλοκο θέμα»: «Από την πλευρά των ατομικών δικαιωμάτων και της ισονομίας όλων, ο θεσμός του γάμου θα έπρεπε να επεκταθεί και να συμπεριλάβει όποια δύο άτομα θέλουν να τον συνάψουν ασχέτως φύλου ή άλλου χαρακτηριστικού, διαφορετικά ο νόμος κάνει διακρίσεις εις βάρος ομάδων πολιτών».
Πόσο ανοιχτή είναι η ελληνική κοινωνία στη διαφορετικότητα; Ο Πάνος Κούτρας κλείνει την ταινία σε ένα «προστατευμένο» σύστημα, αφήνοντας μόνο αιχμές για το περιβάλλον μέσα από αναμενόμενα σχόλια. Περισσότερο τον ενδιαφέρουν οι αναταράξεις ανάμεσα στα πρόσωπα παρά ο τρόπος που εισβάλλει η κοινωνία επιβάλλοντας πρότυπα και όρους.
Το τηλεοπτικό τοπίο, αν έχει κάνει κάποια βήματα από την εποχή που ο Σταύρος Παράβας ή ο Χρόνης Εξαρχάκος αναπαρήγαν γκροτέσκα τις αντιλήψεις της εποχής, στις ελληνικές ταινίες του ’60, είναι μόνο προς τα πίσω. Ο τύπος του ομοφυλόφιλου σκιαγραφείται κραυγαλέα, υστερικά, βαθύτατα μικροαστικά.
Τόσο παρωχημένα και στερεοτυπικά ώστε να περιορίζεται σε μια ακίνδυνη -πιστεύουν- γραφικότητα. Ετσι όμως μια απολύτως διαμορφωμένη πραγματικότητα παραμένει εκκρεμής, προβεβλημένη σαν μια επιθεωρησιακή καρικατούρα. Καθηλώνεται σε ανεκδοτολογικές περιγραφές και σεξουαλικά υπονοούμενα. Ετσι ώστε η οικογένεια να βρίσκεται στο απυρόβλητο, απρόσβλητη από «παραξενιές» ή άλλες «ιδιαιτερότητες».
Η ταινία του Π. Κούτρα είναι πολλαπλά ευπρόσδεκτη. Το θέμα «διαχέεται» τόσο, ώστε να είναι αποδεκτό από ένα διευρυμένο κοινό. Οι παρατηρήσεις και οι εντυπώσεις ποικίλλουν.
Με αυτόν τον τρόπο, ήπια και ειρηνικά, μέσα από μια τραγωδία που ούτε τη δραματοποιεί ούτε τη μεγεθύνει, εγκαθιστά το ερώτημα και τον προβληματισμό: μπορούν να υπάρξουν οικογένειες έξω από τη νόρμα; Πιο ανοιχτές στη σύνθεση, διαφοροποιημένες ως προς τα φύλα και τις σχέσεις που τη συναποτελούν; Η απάντηση δεν είναι μία, όπως ακριβώς δεν είναι και στις οικογένειες με τους σαφώς κατανεμημένους ρόλους: μητέρα (γυναίκα), πατέρας (άνδρας), παιδιά.
Οι δυναμικές είναι απρόβλεπτες. Οπως και τα αδιέξοδα, που ούτε φύλο έχουν ούτε προστατεύονται από αγκυλωμένες και αδιαπραγμάτευτες παραδόσεις.
Σχολιάστε